Τετάρτη, 16 Ιανουάριος 2013
Αναντίρρητα, ο συνδικαλισμός στην ΕΛ.ΑΣ έχει να επιδείξει ένα πράγματι αξιόλογο έργο από συστάσεως του. Η επίτευξη σημαντικών οικονομικών και θεσμικών αιτημάτων είναι αδιαμφισβήτητη. Ωστόσο, η έλευση της οικονομικής κρίσης εξανέμισε όλα σχεδόν τα επιτεύγματα του αστυνομικού συνδικαλιστικού κινήματος, οδηγώντας το αστυνομικό προσωπικό σε πλήρη οικονομική εξαθλίωση και στην απώλεια εξαιρετικά σημαντικών εργασιακών δικαιωμάτων. Πρόκειται για γεγονός χωρίς προηγούμενο στα διεθνή αστυνομικά χρονικά. Ούτε οι Ιταλοί, ούτε οι Ισπανοί, ούτε οι Πορτογάλοι αστυνομικοί υπέστησαν αυτό το τραγικό μέγεθος των οικονομικών και θεσμικών απωλειών των Ελλήνων αστυνομικών, στην περίοδο της οικονομικής κρίσης που διανύουμε (αυτό βεβαίως ισχύει και για όλους τους στρατιωτικούς). Η κυριότερη αιτία αυτής της πρωτοφανούς τραγωδίας για το αστυνομικό και πολιτικό προσωπικό της Ελ.ΑΣ, ανάγεται στην παντελή έλλειψη κάθε υποστήριξης της πολιτικής και φυσικής ηγεσίας της ΕΛ.ΑΣ στις προσπάθειες του συνδικαλιστικού κινήματος.
Ποιο είναι λοιπόν το μέλλον του αστυνομικού συνδικαλιστικού κινήματος με τα σημερινά δεδομένα; Τι προσμένει το αστυνομικό προσωπικό από τις συνδικαλιστικές του ενώσεις; Και πως οφείλει να αναδιαρθρωθεί και να διαμορφωθεί ο συνδικαλισμός στην ΕΛ.ΑΣ προκειμένου να διεκδικήσει σταδιακά και αποτελεσματικά τόσα θεσμικά και οικονομικά αιτήματα που αδίκως έχουν χαθεί;
Ο συνδικαλισμός στην ΕΛ.ΑΣ οφείλει καταρχήν να μελετήσει σε βάθος τις δομές του και την ιστορική του διαδρομή ώστε να χαράξει μια νέα στρατηγική για το μέλλον. Σε σύγκριση με το αστυνομικό συνδικαλιστικό κίνημα σύγχρονων αστυνομιών στην Ευρώπη και στην Αμερική, η Ελληνική πραγματικότητα είναι τελείως διαφορετική. Δυστυχώς, η μέχρι σήμερα πορεία του συνδικαλισμού στην ΕΛ.ΑΣ παραμένει έμμεσα ή άμεσα στενά συνυφασμένη με πολιτικές-κομματικές ταυτότητες, όπως άλλωστε συμβαίνει και με όλες τις συνδικαλιστικές εκφράσεις των εργασιακών χώρων της Ελληνικής κοινωνίας. Πρόκειται για το μεγαλύτερο ατόπημα του αστυνομικού συνδικαλιστικού κινήματος από συστάσεως του, που με την πάροδο του χρόνου οδηγεί σταδιακά στην εξάλειψη της εμπιστοσύνης του αστυνομικού προσωπικού προς τις συνδικαλιστικές τους ενώσεις. Σε αστυνομίες με ιδιαίτερα μακρά ιστορία στο συνδικαλισμό (Καναδάς, ΗΠΑ, Γερμανία, Ολλανδία, Γαλλία, Δανία, Σουηδία κ.α ) είναι αδιανόητο ότι τα στελέχη των αστυνομικών συνδικαλιστικών τους ενώσεων μπορούν να ελπίζουν ή να ταυτίζουν τη βαθμολογική τους εξέλιξη ή να διασφαλίζουν την μετά την αποστρατεία τους πολιτική σταδιοδρομία, μέσα από τις συνδικαλιστικές τους δραστηριότητες.
Το μείζων πρόβλημα του αστυνομικού συνδικαλισμού που καλείται να αντιμετωπίσει σήμερα εν μέσω της οικονομικής κρίσης και των δεινών που έπληξαν την Ελληνική αστυνομική κοινότητα, είναι το εξαιρετικά σοβαρό έλλειμμα εμπιστοσύνης που διαχέεται σε όλα τα επίπεδα λειτουργίας του. Όσο αυτό το έλλειμμα εμπιστοσύνης στις τάξεις των αστυνομικών συνδικαλιστικών ενώσεων θα διευρύνεται, τόσο συχνότερες θα είναι οι εσωτερικές έριδες που τελικά θα οδηγήσουν στην απαξίωση και στον κατακερματισμό του αστυνομικού συνδικαλιστικού κινήματος. Προβάλλει, λοιπόν, αδήριτη η ανάγκη σήμερα, χωρίς αναβολές ή προσχήματα, να εξετασθεί προσεκτικά το εν λόγω πρόβλημα που κυριολεκτικά διαλύει τις τάξεις του αστυνομικού συνδικαλιστικού κινήματος. Και η αρχή μιας τέτοιας προσέγγισης του προβλήματος πρέπει να πραγματοποιηθεί από τις ίδιες τις συνδικαλιστικές ενώσεις, προτείνοντας, για παράδειγμα, την απάλειψη προνομιακών εργασιακών ρυθμίσεων που προβλέπει το νομοθετικό πλαίσιο για τα μέλη των διοικητικών τους συμβουλίων. Θα είναι αναμφισβήτητα μια νέα και ουσιαστική αρχή στη συλλογική προσπάθεια εδραίωσης της εμπιστοσύνης του αστυνομικού προσωπικού στο συνδικαλιστικές ενώσεις.
Το δικαίωμα της απεργίας αποτελεί την ακραία πλην όμως συνταγματικά κατοχυρωμένη μορφή διεκδίκησης και προστασίας των δικαιωμάτων κάθε εργαζόμενου στο δημόσιο ή ιδιωτικό τομέα, εκτός του στρατιωτικού, του αστυνομικού και του δικαστικού λειτουργού, για τους οποίους ο συνταγματικός νομοθέτης προέβλεψε την εξαίρεση τους. Η στέρηση του δικαιώματος της απεργίας για το αστυνομικό προσωπικό συχνά έχει αναχθεί ως κύριος λόγος για την κακή οικονομική κατάσταση του Αστυνομικού και όχι αδίκως. Ωστόσο, ο διεθνής αστυνομικός χώρος έχει να επιδείξει διαφορετικές πρακτικές και μάλιστα σύννομες. Στις 11 Οκτωβρίου του 1993 οι Σλοβένοι αστυνομικοί αποφάσισαν και πραγματοποίησαν 48ωρη απεργία. Ομοίως έπραξαν και στις 28 Οκτωβρίου 2010 απαιτώντας την αύξηση των μισθών τους στο μέσο επίπεδο των μισθών των αστυνομικών των Ευρωπαϊκών χωρών. Στην Ολλανδία, στις 15 Δεκεμβρίου 2007, οι αστυνομικοί αποφάσισαν να διαδηλώσουν ειρηνικά κατά τη διάρκεια ποδοσφαιρικών αγώνων, ενώ παράλληλα η συνδικαλιστική ομοσπονδία τους προσέφυγε δικαστικώς και πέτυχε δικαστική απόφαση που αναγνώριζε το δικαίωμα της απεργίας για τους Ολλανδούς αστυνομικούς. Ανάλογες περιπτώσεις άσκησης του δικαιώματος της απεργίας υφίστανται τόσο στον Καναδά όσο κα στις ΗΠΑ. Τι σημαίνουν αυτές οι περιπτώσεις διεθνών θεσμικών συνδικαλιστικών δραστηριοτήτων για το Ελληνικό συνδικαλιστικό κίνημα; Απλούστατα ότι είναι πλέον αναγκαίο ο αστυνομικός συνδικαλισμός στην ΕΛ.ΑΣ να κινηθεί θεσμικά και να διεκδικήσει τις αναγκαίες αλλαγές του νομοθετικού πλαισίου προκειμένου να ενδυναμώσει θεσμικές παρεμβάσεις του για την ικανοποίηση των αιτημάτων του αστυνομικού προσωπικού. Ειρήσθω εν παρόδω ότι οι δικαστικοί λειτουργοί στη Χώρα μας ασκούν νομίμως και επί σειρά ετών το δικαίωμα της στάσης εργασίας, παρά το γεγονός ότι στερούνται το δικαίωμα της απεργίας συνταγματικώς.
Ο συνδικαλισμός στην Αστυνομία, παρά τα όποια αρνητικά στοιχεία του, συνέβαλε ουσιαστικά στον εκδημοκρατισμό των δομών λειτουργίας του Σώματος και στη βελτίωση της επαγγελματικής και οικονομικής κατάστασης του αστυνομικού. Δυστυχώς, η οικονομική κρίση μαζί με την απαράδεκτη στάση και την παγερή αδιαφορία (και συχνά διγλωσσία) της πολιτικής και φυσικής ηγεσίας της ΕΛ.ΑΣ, τα κεκτημένα του αστυνομικού συνδικαλισμού εξανεμίστηκαν…Το μέλλον του αστυνομικού συνδικαλισμού έγκειται πλέον στην αναδιάρθρωση των δομών λειτουργίας του, στην αποκατάσταση της εμπιστοσύνης των μελών του και στις αναγκαίες αλλαγές του θεσμικού του πλαισίου, προκειμένου να ανακτήσει τη χαμένη δυναμική του στις διεκδικήσεις του και να καταξιωθεί με τη μαζική και δυναμική συμμετοχή του αστυνομικού προσωπικού σε ένα νέο ξεκίνημα. Ίδωμεν.
Ευάγγελος Στεργιούλης
Διδάκτωρ Κοινωνιολογίας
του Παντείου Παν/μίου
Ταξίαρχος ε.α της ΕΛ.ΑΣ
(email: evaste@otenet.gr )